Χαρμάνι Βιβλίων ν.1 – Ιστορία της Ομορφιάς, Ουμπέρτο Έκο (επιμ.)

Screenshot_20180406-193837Αυτή την εβδομάδα προτίμησα να μην διαβάσω μυθιστορήματα και ποιητικές συλλογές, αλλά να εξερευνήσω κάτι λιγάκι διαφορετικό. Έπεσε λοιπόν στα χέρια μου η Ιστορία της Ομορφιάς, με επιμέλεια του Ουμπέρτο Έκο, ένας τόμος γεμάτος αγάλματα, εικόνες και πίνακες, από την εποχή του Πυθαγόρα έως και τις μέρες μας. Μέσα στο βιβλίο αυτό γίνεται μια προσπάθεια αποτύπωσης των (διαφορετικών σε πλείστες περιπτώσεις) αντιλήψεων περί Ομορφιάς από τους ανθρώπους ανά τους αιώνες, και τίθεται το ζήτημα της ύπαρξης ή μη κάποιων σταθερών χαρακτηριστικών της ιδέας της Ομορφιάς, μέσα από τις πολυάριθμες παρουσιάσεις της.

 

Η αλήθεια είναι πως δεν έχω ασχοληθεί όσο θα ήθελα με την ζωγραφική και την γλυπτική, γεγονός που αντιλήφθηκα όταν στάθηκα με μια αίσθηση δέους μπροστά από τον πίνακα Νυχτερινή Περίπολος του Ρέμπραντ, έχοντας σχεδόν πλήρη άγνοια σχετικά με τον καλλιτέχνη αυτόν, για τον οποίο όλοι οι επισκέπτες γύρω μου ψιθύριζαν ζωηρά. Αυτή η διαπίστωση με οδήγησε να επιλέξω κάποια στιγμή να παρακολουθήσω και το μάθημα Ιστορία της Τέχνης, σε μια προσπάθεια να διευρύνω τις ελάχιστες γνώσεις μου.

Ήταν πολύ γλυκό το συναίσθημα και η έκπληξη που αισθάνθηκα όταν ξεφυλλίζοντας το βιβλίο ήμουν σε θέση όχι μόνο να αναγνωρίζω, αλλά και να ονοματίζω έργα και καλλιτέχνες. Όποιος αποφασίσει να το διαβάσει, ή έστω να το ξεφυλλίσει, θα βρει μέσα έργα των Σάντρο Μποτιτσέλι, Τζορτζόνε, Τιτσιάνο, Άνιολο Μπροντζίνο, Πίτερ Πωλ Ρούμπενς, Εντουάρ Μανέ, Πάμπλο Πικάσο, Ρεμπράντ, Πιέρο ντι Κόζιμο, Ραφαήλ, και δεκάδων άλλων. Η ποικιλία αυτή είναι που με κράτησε καθηλωμένη για ώρες πάνω από το βιβλίο αυτό, το οποίο θα μπορούσε κάλλιστα να είναι ένα είδος βοηθήματος για όσους επιθυμούν να έρθουν σε πιο κοντινή επαφή με την τέχνη. Δείχνει «λίγο από όλα» κατά κάποιο τρόπο, με αναφορές σε κορυφαία ονόματα από την αρχαιότητα έως σήμερα.

Δυο πίνακες που προσωπικά ξεχώρισα μέσα σε όλες αυτές τις σελίδες είναι Η γυναίκα με την ερμίνα, του Λεονάρντο ντα Βίντσι και Το θέρος του Τζουζέπε Αρτσιμπόλντο.

Η γυναίκα με την Ερμίνα

Η γυναίκα με την ερμίνα είναι ένας από τους μόλις τέσσερις γνωστούς πίνακες του Λεονάρντο Ντα Βίντσι, στους οποίους απεικονίζονται γυναίκες. Το πορτρέτο αυτό ταυτίζεται με την Τσετσίλια Γκαλεράνι. Στο έργο δεν υπάρχει στατικότητα, αλλά αντίθετα κίνηση, ενώ τα βλέμματα τόσο της γυναικείας φιγούρας όσο και της ερμίνας είναι έντονα. Ένα ιδιαίτερο χαρακτηριστικό αυτού του πίνακα είναι η έμφαση που δίνεται στο χέρι της κοπέλας, αφού τα δάχτυλά της, με τα οποία χαϊδεύει το ζώο, μοιάζουν αφύσικα μακρυά.

Η λεπτομερώς ζωγραφισμένη ερμίνα είναι σύμβολο αγνότητας και τιμιότητας. Η ελληνική ονομασία της είναι γαλή, γεγονός που θα μπορούσε να παραπέμπει και στο επώνυμο της απεικονιζόμενης.

 

Το θέρος ÎµÎ¹Îº.1 Τζουζέπε Αρτσιμπόλντο, Το Καλοκαίρι, 1573

Ο πίνακας αυτός του Τζουζέπε Αρτσιμπόλντο αποτελεί ένα πορτρέτο μιας γυναίκας, το πρόσωπο της οποίας αποτελείται από ποικίλα πολύχρωμα φρούτα και λαχανικά της εποχής. Η Ομορφιά του Αρτσιμπόλντο διαφέρει πλήρως από την κλασική απεικόνιση, παίρνοντας μια μορφή που προκαλεί έκπληξη και που εξάπτει τη φαντασία.

 

 

 

 

Κλείνοντας, αφήνω αυτά τα αποσπάσματα σχετικά με το θέμα Ομορφιά εδώ:

Ρωμαίος και Ιουλιέτα
Ουίλιαμ Σαίξπηρ

II, 2, 1594- 1597

ΡΩΜΑΙΟΣ
Όποιος δεν έπαθε πληγήν, γελά τον πληγωμένον!

(Η Ιουλιέτα φαίνεται εις το παράθυρόν της).

Αγάλια! ‘ς το παράθυρον τι φως εκεί προβάλλει;
Ανατολή επρόβαλε, κ’ η Ιουλιέτα ήλιος!
Ήλιε γλυκέ, ανάτειλε και σβύσε την Σελήνην.
Ιδέ την απ’ την ζήλειάν της αχνίζει και θαμπόνει,
διότι συ την ξεπερνάς ‘ς την δόξαν και ‘ς τα κάλλη.
Μη την λατρεύης (31)· άφες την, αν είναι και ζηλεύη·
πρασινοκίτρινην θωριάν η φορεσιά της έχει,
και μοναχά εις τους τρελλούς ταιριάζει(32)· πέταξέ την!
Είν’ η αγάπη μου εκεί· η δέσποινα μου είναι.
Ω! ας το ήξευρε! — Λαλεί. — Όχι· — δεν είπε λέξιν
αλλά το μάτι της λαλεί. Απόκρισιν θα δώσω.
Πλην υπερηφανεύθηκα· δεν ομιλεί εμένα.
Δύο αστέρια τ’ ουρανού, τα ωραιότερα του,
θέλουν ‘ς την γην να καταιβούν, και ως που να γυρίσουν
παρακαλούν τα μάτια της ‘ς τους ουρανούς να λάμπουν.
Και τι, εάν τα μάτια της εκεί επάνω ήσαν;
Και τι, εάν κατέβαιναν ς’ την κεφαλήν της τ’ άστρα; —
Η λάμψις του μετώπου της θα θάμπονε τ’ αστέρια,
καθώς θαμπόνει λύχνου φως ‘ς την λάμψιν της ημέρας,
και θα’ χυναν τα μάτια της ‘ς τους ουρανούς επάνω
ένα ποτάμι φωτερόν να φέγγη τον αιθέρα,
που τα πουλιά να κελαδούν ‘σαν να μην ήτο νύκτα!
Ιδέ την, πώς ακούμβησε το μάγουλον ‘ς το χέρι.
Ας ήμουν εις το χέρι της χειρόφτι, να εγγίζω
το μάγουλόν της το γλυκόν!

 

III, 2, 1594-1597

ΙΟΥΛΙΕΤΑ
Καρδιά φιδιού που μ’ έκρυπταν τα άνθη της μορφής σου!
Τέτοια χιλιόκαλλη σπηλειά να κρύπτη τέτοιον δράκον!
Ω δαίμον’ αγγελόμορφε, ω τύραννε ωραίε,
ω κόρακα, που με πτερά περιστεριού πετούσες·
αρνί με λύκου λύσσιασμα, ουσία σιχαμένη
με παρουσίαν θεϊκήν εις όλα εναντίος
απ’ ό,τι μου εφαίνεσο κι’ απ’ ό,τι εθαρρούσα!
Ω κολασμένε άγιε, κι’ αχρείε τιμημένε!
Ω φύσις, απ’ την κόλασιν τι ήθελες να πάρης
ενός διαβόλου την ψυχήν, να την μεταφυτεύσης
εις τέτοιον γλυκοαίματον χαριτωμένον κήπον;
Πώς έτσι να χρυσοδεθή τέτοιον αισχρόν βιβλίον;
Πώς η ψευτιά να κατοική τόσον λαμπρόν παλάτι;

(μετάφραση Δημήτριος Βικέλας)